Η κρίση της δημοσιογραφίας Το σχόλιο της εβδομάδας από τον Βασίλη Ιωάννου
Πριν 3 ακριβώς χρόνια, είχα γράψει ένα άρθρο με τίτλο:
“Η χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας”, στο οποίο τόνιζα μεταξύ άλλων ότι η δημοσιογραφία χάνει με γρήγορους ρυθμούς το κύρος και την αξιοπιστία της, με κύρια ευθύνη των ίδιων των δημοσιογράφων.
Μου ήρθε στο μυαλό, καθώς την προηγούμενη βδομάδα και με αφορμή την μεγάλη εθνική τραγωδία στα Τέμπη, η ΕΣΗΕΑ με μια ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα ανακοίνωση αυτοκριτικής, αναγνωρίζει πως “οι δημοσιογράφοι εδώ και χρόνια έχουν απομακρυνθεί από την κύρια αποστολή τους που είναι ο έλεγχος της εξουσίας και η ενδελεχής έρευνα”, επισημαίνοντας παράλληλα “πως στην ιεράρχηση των ειδήσεων κυριαρχούν κριτήρια άσχετα με την υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος και καθορίζονται με όρους τηλεθέασης και επισκεψιμότητας”.
Προσθέτει μάλιστα “πως τα ελληνικά ΜΜΕ δεν άκουσαν και δεν προέβαλαν όσο θα έπρεπε τις προειδοποιήσεις των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους και πως τα αιτήματά τους δεν είχαν την κάλυψη που αναλογούσε στην σοβαρότητα του ζητήματος ..”
Αυτή η ανακοίνωση ήρθε λίγες μόνο μέρες αφότου οι γνωστοί “τηλεδημοσιογράφοι” και “τηλεδικαστές” κουνούσαν το δάχτυλο σε συνδικαλιστές και εργαζόμενους, γιατί λέει δεν είχαν προειδοποιήσει για τις τραγικές ελλείψεις στις σιδηροδρομικές υποδομές.
Έγινε λοιπόν αφορμή μια Εθνική Τραγωδία, για να αναγνωριστεί με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο ότι “στις μέρες μας το να ασκείς πραγματική δημοσιογραφία δεν είναι εύκολη υπόθεση”, κι αυτό αφορά κυρίως όσους δε μπορούν να ανταποκριθούν στις αυξημένες υποχρεώσεις και ευαισθησίες του συγκεκριμένου λειτουργήματος.
Δεν είναι εύκολη για όσους δημοσιογράφους αδυνατούν να υπηρετήσουν τον βασικό τους ρόλο, που είναι η κριτική και ο αυστηρός έλεγχος της εξουσίας σε κάθε της επίπεδο και αντί αυτού μετατρέπονται, ηθελημένα ή μη, σε φερέφωνα των “ισχυρών αφεντικών” και της εκάστοτε εξουσίας, κεντρικής ή τοπικής.
Είναι πολύ δύσκολη για όλους αυτούς, που αντί να λειτουργούν ως προμηθείς, αναδεικνύοντας μέσα από την κοπιώδη έρευνα τα “κακώς κείμενα”, χύνουν “κροκοδείλια δάκρυα” εκ των υστέρων, επιχειρώντας παράλληλα να επηρεάσουν, να διαμορφώσουν και να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη.
Αναφέρομαι βεβαίως και σ’ αυτούς που, όσο θα απλώνεται και βαθαίνει το πένθος για τα θύματα του τραγικού δυστυχήματος, συνεχίζουν να κουνούν το δάχτυλο σε όποιον είναι απέναντι στα συμφέροντα που εκπροσωπούν και στήνουν παραστάσεις, είτε για να διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, είτε για να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένη πολιτική ατζέντα.
Είναι τέλος αυτοί που έχουν ξεχάσει την ερευνητική δημοσιογραφία και τα ρεπορτάζ και αρκούνται στο να αναπαράγουν «αμάσητα» τα Κυβερνητικά ή κομματικά non parers, αλλά και τα δελτία τύπου των Υπουργών, των Δημάρχων, των Περιφερειαρχών, απαξιώνοντας ακόμη περισσότερο το δημοσιογραφικό τους λειτούργημα,.
Με όσα προανέφερα δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν υπεύθυνοι, σοβαροί και αξιοπρεπείς δημοσιογράφοι, οι οποίοι σέβονται και τιμούν το ρόλο τους και μάχονται πρωτίστως για την αξιόπιστη και αντικειμενική ενημέρωση.
Υπάρχουν ακόμη μάχιμοι δημοσιογράφοι, ρεπόρτερ, αρθρογράφοι, πολιτικοί σχολιαστές, που αρνούνται να ενδώσουν στις πιέσεις και στα κάθε λογής “δωράκια- ανταλλάγματα” και προσπαθούν κάτω από αντίξοες συνθήκες να επιτελέσουν το δύσκολο έργο τους.
Και πολλές φορές αυτή τους την επιλογή την πληρώνουν..
Τους ξέρουμε, τους αναγνωρίζουμε, τους ξεχωρίζουμε..
Kαι σε κεντρικό και σε τοπικό επίπεδο…
Όμως στη συγκεκριμένη συγκυρία δυστυχώς δεν αρκούν για να αλλάξουν την γενικότερη εικόνα που έχουν οι πολίτες για τη δημοσιογραφία, αδικώντας αυτούς που με συνέπεια και επαγγελματική αφοσίωση δίνουν τον καθημερινό τους αγώνα …
Είναι αυτοί που αποτελούν μειοψηφία, αλλά έχουν κατά νου τη γνωστή ρήση του Τζωρτζ Όργουελ, ότι:
“Δημοσιογραφία θα πει να δημοσιεύεις όσα ενοχλούν τους άλλους και δεν θέλουν να μαθευτούν. ‘Όλα τα άλλα είναι απλά δημόσιες σχέσεις” .
που παραμένουν πιστά στην κομματική προπαγάνδα και υπέρ της μίας ή της άλλης παράταξης.
Και σαφέστατα πολλές τοποθετήσεις τους προκαλούν δικαιολογημένα οργή.
Άλλες φορές γιατί Ποιος θα ξεχάσει την ατάκα «ο θάνατος των παιδιών στα Τέμπη, μπορεί να είναι το σημείο τομής για να αποκτήσει η Ελλάδα σιδηρόδρομο που να λειτουργεί καλά και με ασφάλεια….».