Την επικαιρότητα σχολίασε στο απογευματινό μαγκαζίνο του Prisma 91,6 ο έγκριτος δημοσιογράφος και συγγραφέας Δημήτρης Μανιάτης.
“Το τελευταίο διάστημα ζούμε την εποχή της ρευστότητας, την εποχή των νέων τάσεων που ενοποιούνται και θα φτιάχνουν την πραγματικότητα.
Για μένα η εξελισσόμενη και τρέχουσα κρίση της covid-19, -καθώς πρέπει να θυμίζουμε στους ακροατές μας ότι η πανδημία παραμένει και το εμβόλιο είναι ένας κρίκος αυτής της αλυσίδας,- γιατί όπως έχει αποδειχθεί αυτός ο ιός έχει καινούργια χαρακτηριστικά στο κομμάτι της μεταδοτικότητας, αλλά την ίδια στιγμή το ανθρώπινο γένος είχε και έχει την ικανότητα να φτιάξει τα τείχη τα οποία χρειάζεται για να αναταχτεί.
Η covid-19 όμως είναι ταυτόχρονα και ένας πολιτικός επιταχυντής και των παγκόσμιων τάσεων από ότι φαίνεται αλλά και των ενδογενών στο πολιτικό σκηνικό.
Εδώ υπάρχει μία αντίφαση από την πλευρά της Κυβέρνησης. Αν η κυβέρνηση θεωρεί ότι η υγειονομική κρίση ιεραρχείται ως η εξαιρετικά επείγουσα και αυτή που αναιρεί τις υπόλοιπες δεν θα έπρεπε να νομοθετεί πράγματα τα οποία θα δεσμεύουν τις επόμενες κυβερνήσεις. Δεν ξέρω γιατί πρέπει να διευθετείται μία συμφωνία του εργαζόμενου με το αφεντικό του, την ίδια στιγμή που τα δύο μέρη σε καμία περίπτωση και πότε ιστορικά δεν ήταν ισότιμα.
Θα μας πει κάποιος καλοπροαίρετος ότι η κατάσταση έχει αλλάξει και η εργασία και άρα θα χρειαστεί μία επικαιροποίηση του πλαισίου και αυτό είναι σωστό.
Είναι αλήθεια αυτό έχουμε μπει στην τηλεργασία για την τηλεματική και πιθανότατα τις επόμενες δεκαετίες να δούμε τα ρομπότ να μπαίνουν ακόμα πιο δυναμικά στο κομμάτι της εργασίας και θα δούμε έως και απεργία των ρομπότ.
Όμως θέλω να ρωτήσω αυτό όλο όπως το περιγράφουμε θα πρέπει να το δούμε από τη μεριά ενός νομοσχεδίου εν μέσω πανδημίας, η εν μέσω μιας συλλογικής διαβούλευσης της κοινωνίας και των μερών της επάνω στην εργασία και προσπαθώ να είμαι μετριοπαθής.
Για μένα η κυβέρνηση διακατέχεται από μία παρωχημένη βασική αρχή η οποία είναι η νεοφιλελεύθερη και η ανθρωπότητα την έχει προσπεράσει. Όλα αυτά πλέον έχουν τελειώσει και πρέπει να τα καταλάβουν πολύ νωρίς και οι εδώ πολιτικοί. Είναι η λογική ότι το κόστος εργασίας είτε κόστος παραγωγής και αυτό έχει αποδειχθεί ότι είναι λάθος.
Χώρες με υψηλό επίπεδο εργασιακών σχέσεων έχουν και παραγωγικότητα και ανάπτυξη. Είναι αντιαναπτυξιακό να φτιάχνεις επισφαλείς όρους στις εργασιακές σχέσεις.
Αν για παράδειγμα μέχρι τώρα όπως έχει επισημανθεί δεν ισχύει το οκτάωρο παρότι είχαμε κανόνες και θα έπρεπε να ισχύει, θα τηρείται αν το διευρύνουμε;
Αν δηλαδή υπάρξει ένας νόμος που το οκτάωρο το κάνει ευέλικτο δεκάωρο ποιος μου λέει ότι αυτό δεν θα γίνει δωδεκάωρο και δεκατετράωρο και ιδιαίτερα με την πολύ εσφαλμένη αντίληψη των ρεπό που δεν πληρώνονται, αφήνουμε μία μέρα Εκτός και τα λοιπά.
Εδώ δεν μπορούμε να θεσμοθετήσουμε την αναρχία και να την κάνουμε πιο άναρχη, αλλά να βρούμε ένα πλαίσιο που να είναι συμπεριληπτικό των νέων τάσεων, της επιστήμης, των αγώνων του κόσμου, του νέου μορφωτικού επιπέδου που έχει νεολαία κάτω των 35 ετών, το νέων δεξιοτήτων της, του νέου εργασιακού χώρου, του πώς θα μπορέσουμε να φτιάξουμε ένα πλαίσιο για την τηλεργασία που δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή, ενώ το κόστος έχει μετακυλιστεί στο σπίτι του εργαζόμενο.
Το σπίτι πλέον έχει μετατραπεί σε γραφείο και δεν προβλέπεται όπως και σε άλλες χώρες έστω ένα μικρό βοήθημα για τα λειτουργικά έξοδα όπως για παράδειγμα το διαδίκτυο.
Δεν μπορούμε λοιπόν σε αυτή την περίπτωση ένα ρημαγμένο Πλαίσιο να το νομιμοποιήσουμε να γίνει πιο ρημαγμένο, αλλά πρέπει να βάλουμε των εργαζομένων στο κέντρο της ανάπτυξης της κοινωνίας.
Απαντώντας στο ερώτημα αν κάτι από αυτά τα δεδομένα η αντιπολίτευση στέκεται στο ύψος των περιστάσεων, ο Δημήτρης Μανιάτης απάντησε ότι η αντιπολίτευση δεν είναι αυτή που θα έπρεπε να είναι, καθώς η αξιωματική αντιπολίτευση δεν κάνει δομική αντιπολίτευση όπως θα έπρεπε σε ένα εύρος πραγμάτων.
Έχει κάνει σε κάποια άλλα πράγματα, όπως για παράδειγμα οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για το εθνικό σύστημα υγείας είχαν μεγάλο ενδιαφέρον προγραμματικά όπως έγιναν.
Την ίδια στιγμή αυτό που φαίνεται πως δεν μπορεί ακόμα να κάνει είναι να φτιάξει μία δομική αντιπολίτευση, όχι στείρα, εκτός από το να βρει τους τρόπους κάθε φορά να λέει γιατί λέει το όχι του, την ίδια στιγμή θα πρέπει να ξεδιπλώνει ένα πειστικό σχέδιο και αυτό πρέπει να το κάνει έχει κυβερνήσει.
Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του Ιανουαρίου του 2015 που είχε το πρόγραμμα Θεσσαλονίκης, πέντε άξονες για το ΟΧΙ του, όλα αυτά ήταν μέσα στο πρόγραμμα και εν πολλοίς συγκράτησαν και δυνάμεις μην στραφούν στην ακροδεξιά.
Ήταν χρήσιμη εκείνη περίοδος, τώρα όμως επειδή έχει πάρει στα χέρια του το πηδάλιο της χώρας, το τιμόνι της χώρας ξέρει τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις ξέρει το εσωτερικό του συσχετισμού, τις εσωτερικές αδυναμίες της χώρας που υπάρχουν τα τελευταία 200 χρόνια, γνωρίζει που είναι το επίπεδο του κράτους και των λειτουργιών του, ακριβώς τώρα είναι πολύ πιο δύσκολη η δική του υπόθεση.
Δεν πρέπει απλά να λέει όχι στον Κυριάκο Μητσοτάκη ή στην κυβερνητική πλειοψηφία. Πρέπει την ίδια στιγμή με το δικό του όχι, όπου υπάρχει, γιατί στοιχείο ωριμότητας είναι και να συναινεί σε κάποια πράγματα να μας δίνει και το πειστικό του σχέδιο.
Τι ακριβώς οραματίζεται στο Εθνικό σύστημα υγείας; Πώς ακριβώς φαντάζεται το νέο κράτος;
Αυτή τη στιγμή για παράδειγμα η κυβέρνηση κάνει αλλαγές στο κράτος. Η κριτική στο κράτος ποια είναι και υπό ποια έννοια θα μπορούσε να είναι;
Για παράδειγμα το κράτος που φτιάχνει αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση είναι ένα κράτος το οποίο θα το πάρει η επόμενη και θα το αφήσει απαράλλαχτο; Είναι ένα κράτος φιλικό στη νεολαία και στον ηλικιωμένο σε ένα χωριό της Ηπείρου;
Εδώ λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα μεγάλο στοίχημα που την ίδια στιγμή είναι τρομακτικά δύσκολο. Δεν αρκεί να γίνει η δύναμη της αρεσκείας, πρέπει την ίδια στιγμή να γίνει και η δύναμη που θα πείθει για το δικό τους σχέδιο, το οποίο όσο λιγότερο θα ετεροκαθορίζεται από την κυβέρνηση τόσο το καλύτερο θα είναι για εκείνον.
Ακούστε την συνέντευξη ολόκληρη στο ηχητικό που ακολουθεί: