Στις 27 Μαΐου 2014 σημείωνα: (Διαβάστε εδώ) α) ότι η εκλογική νίκη του Σύριζα στις ευρωεκλογές της 25ηςΜαΐου καθιστούσαν την ημέρα εκείνη ιστορική καθώς σηματοδοτούσε την πρώτη φορά που ελληνικό κόμμα που εντάσσεται στην αριστερά σε όλη τη νεότερη ελληνική πολιτική ιστορία από το 1831 έως σήμερα, κατάφερνε να έρθει πρώτο σε εκλογική αναμέτρηση που αφορούσε το σύνολο της ελληνικής επικράτειας, β) ότι αυτό που θα έπρεπε να λάβει χώρα, τόσο για να μην μείνει εκείνη η νίκη χωρίς συνέχεια, όσο και για να έχει τις αναγκαίες προοπτικές (δηλαδή να δημιουργήσει τους όρους ώστε ο λόγος και οι πρακτικές της αριστεράς να φθάσουν σε ακόμα μεγαλύτερο κομμάτι του κόσμου και να δημιουργήσει τους όρους για μια πραγματική ανατροπή του πολιτικού σκηνικού και του συσχετισμού δυνάμεων σε ακόμα πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση) ήταν η συγκρότηση ενός κοινωνικού και πολιτικού μετώπου στο οποίο θα μετέχουν τα κόμματα της αριστεράς (Σύριζα, ΚΚΕ, Ανταρσύα, κ.α.), φορείς της κοινωνίας των πολιτών (π.χ. σύλλογοι, ενώσεις, σωματεία) και κοινωνικά κινήματα και το οποίο θα έπρεπε να συγκροτηθεί στη βάση μιας ελάχιστης προγραμματικής συμφωνίας μεταβατικών και πολύ σημαντικών στην εποχή μας αιτημάτων.
Από τότε πέρασαν μόλις οκτώ μήνες μέσα στους οποίους ο ιστορικός χρόνος συμπυκνώθηκε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να περιέχει ραγδαίες εξελίξεις που υπό άλλες συνθήκες θα χρειάζονταν πολλά έτη για να πραγματοποιηθούν. Ο Σύριζα κέρδισε τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου και διαμόρφωσε άλλη μία ιστορική στιγμή, η οποία αυτή τη φορά έχει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις από την προηγούμενη. Ένα αμφιλεγόμενο, από πολλούς, κόμμα της ελληνικής αριστεράς θα σχηματίσει λοιπόν κυβέρνηση. Και τώρα τι κάνουμε;
Η εκλογική αυτή νίκη δεν αποτελεί την Ιθάκη, αποτελεί απλώς μία ευκαιρία για την ελληνική αριστερά. Απαιτείται κατάλληλη δράση τόσο της κυβέρνησης όσο και των υπολοίπων πλευρών της αριστεράς (κομμουνιστικής ή μη) ώστε να αξιοποιηθεί αυτή η ευκαιρία, με στόχο να υπάρχουν θετικά αποτελέσματα τόσο για τη χώρα (για την οποία διακύβευμα αποτελεί η ανάκτηση της δημοσιονομικής ισορροπίας και η επανομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος), όσο και για την ελληνική αριστερά και τις προοπτικές της.
Κατά την προσωπική μου εκτίμηση θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να λάβουν χώρα τα εξής:
α) Η συγκρότηση του παραπάνω μετώπου παραμένει αναγκαία, διότι μόνο με αυτό τον τρόπο μπορεί μια αριστερή διακυβέρνηση:
i) να επιτύχει τις αλλαγές που σχεδιάζει,
ii) να εντάξει στις αλλαγές αυτές τη συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα,
iii) να πετύχει να πείσει ο λόγος και οι πρακτικές της αριστεράς ακόμα μεγαλύτερο ακροατήριο ώστε προοδευτικά τα παραπάνω να οδηγηθούν σε μια πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση,
β) Απαιτείται η πολιτική του Σύριζα να μην διολισθήσει σε μια νέοσοσιαλδημοκρατική διαχείριση,
γ) Θα πρέπει σύντομα να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί συνταγματική αναθεώρηση, η οποία, μεταξύ άλλων, θα πρέπει να περιέχει την ανάπτυξη στο πολιτικό μας σύστημα θεσμών άμεσης δημοκρατίας (π.χ. λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία).
Τέλος, ανάγκη όμως για δράση στη σωστή κατεύθυνση δεν υπάρχει μόνο από την πλευρά του Σύριζα και της κυβέρνησης αλλά και από την πλευρά όλων όσων πιστεύουμε σε προοδευτικές και ριζοσπαστικές λύσεις για την οικονομία και την κοινωνία. Είναι λοιπόν χρέος μας να έχουμε σε εγρήγορση τα αντανακλαστικά μας, να συμμετέχουμε στους κοινωνικούς αγώνες της εποχής μας, να θέσουμε την προσωπική ιδεολογικοπολιτική μας άποψη όχι ως εμπόδιο σύγκλησης στην προσπάθεια δημιουργίας του παραπάνω μετώπου, αλλά στην υπηρεσία των κοινωνικών αγώνων και στην προσπάθεια συγκρότησης ενός πλειοψηφικού ρεύματος της ελληνικής κοινωνίας που θα υιοθετεί την πολιτική στόχευση μιας κατ’ ουσίαν (και όχι μόνο κατ’ όνομα) αριστεράς.
Γρηγόρης Αυδίκος