Την Επικαιρότητα σχολίασε στο απογευματινό μαγκαζίνο του Prisma 91,6, ο ομότιμος καθηγητής ιστορίας στο Ιόνιο πανεπιστήμιο Πέτρος Πιζάνιας.
Σχολιάζοντας αρχικά τις θεωρίες συνωμοσίας που ακούγονται για τον κορονοϊό και ότι είναι κατασκεύασμα για να εξυπηρετούνται συμφέροντα και φαρμακευτικές εταιρείες, απάντησε ότι αυτή η καχυποψία που είναι διάχυτη ιδιαίτερα στα μέσα ενημέρωσης και πιο έντονα στην τηλεόραση, είναι αποτέλεσμα της απόλυτης δυσπιστίας που υπάρχει απέναντι στα μέσα ενημέρωσης, με εξαίρεση κάποια συγκεκριμένα σε όλη την Ελλάδα που είναι αξιόπιστα σοβαρά και ενδιαφέροντα.
“Κάτι τέτοιο σκοτώνει στην κυριολεξία τη λογική, καθώς είμαι γνώστης όλων αυτών των δημοσιευμάτων και ομολογώ ότι βγήκα από τα ρούχα μου, καθώς οι καθηγητές, ερευνητές του είχαν αναλάβει το πρόβλημα της πανδημίας στην Ελλάδα είναι πάρα πολύ σοβαροί άνθρωποι και δεν μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει.
Το ότι μπορεί να έχουν πάρει ένα μικρό ποσό από κάποια φαρμακευτική εταιρεία και εγώ ο ίδιος έχω πάρει δύο μικρά ποσά από μεγάλες εταιρείες για να κάνω συγκεκριμένα πράγματα στο πανεπιστήμιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι πράκτορας τους. Επίσης πρέπει να σας πω πως αν ήθελαν οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες να κάνουν οι συγκεκριμένες πρακτικές έχουν άλλους τρόπους από το να προσεγγίσουν καθηγητές.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι το πρόβλημα είναι υπαρκτό, σοβαρό, πιθανότατα θα ξαναέρθει και πρέπει να είμαστε έτοιμοι και πολύ πειθαρχημένοι απέναντι σε αυτό.”
Σύμφωνα με τον κύριο Πιζάνια, όλη αυτή η συζήτηση γύρω από το πρόβλημα της εστίασης και του τουρισμού που δημιούργησε η Πανδημία είναι μία πολύ μεγάλη ευκαιρία να καταλάβουμε ότι μόνο οι υποανάπτυκτες χώρες στηρίζονται στον τουρισμό, εστίαση και γενικώς στις υπηρεσίες.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι ως χώρα πρέπει να ξεκινήσουμε να παράγουμε, να καταλάβουμε ότι τα μεγάλα νησιά στα Επτάνησα που είχαν πολύ σπουδαία παραγωγή, είτε Αγροτική, αλιεία, Βιοτεχνική πρέπει κάτι να κάνουν να την ξαναβρούν και να υπάρχει συμπληρωματικά ο τουρισμός.
Αν γίνουμε όλοι Σαντορίνη και Μύκονος είναι η πλήρης καταστροφή.
Ο κύριος Πιζανιας στο δεύτερο μέρος της συζήτησης έκανα μία ενδιαφέρουσα ανάλυση με αφορμή το άρθρο του
“Το 1821 ως εθνικό ιδεολογικό επίδικο – Οι εκατέρωθεν μύθοι”
Σχεδόν όλες οι εθνικές άρχουσες τάξεις, του δυτικού ή του υπόλοιπου κόσμου, που θεμελιώθηκαν πολιτικά με επανάσταση, τιμούν το ιδρυτικό γεγονός του νεωτερικού εθνικού τους κράτους, επειδή θεωρούν πως είναι συνεχιστές εκείνου του πρωταρχικού επιτεύγματος και εν πολλοίς κάτοχοι.
Το ίδιο και οι ελληνικές άρχουσες τάξεις σε όλες τις ιστορικές παραλλαγές τους, αλλά μόνο μέχρι το 1940. Μετά ξεκίνησε μια μεγάλη “αμηχανία”, μια βαθμιαία πτώση. Θα περιοριστώ εδώ να διατυπώσω μια υπόθεση αφήνοντας την εκτενέστερη ανάλυσή της για ένα άλλο σημείωμα. Όταν ο Μεταξάς, ακριβέστερα οι ιδεολόγοι του, έφτιαξαν τον δικό τους θεμελιωτή μύθο για το έθνος, τον συνόψισαν στο “Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια” και την ιστορία των Ελλήνων σε μια καρικατούρα της τρισχιλιετούς συνέχειας, επαναφέροντας τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό ως είδος συνθήματος.
Το ιδεολογικό αυτό σύστημα, σημασιολογικά εντελώς ασήμαντο, δεν διέθετε κάποια σχέση με την ρεαλιστική πολυπλοκότητα της ιστορίας μας και συνεπώς γρήγορα εκτράπηκε σε καρικατούρα. Η Επανάσταση του 1821 σε αυτό το σχήμα εμφανιζόταν με ελάχιστα πειστικό τρόπο, σαν ένα ηρωικό ξέσπασμα αγανάκτησης των Ελλήνων μετά από τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς, σαν να περίμεναν τέσσερις αιώνες για να πουν στο τέλος κάτι σαν: «Ε, φτάνει πια, δεν πάει άλλο με τους Τούρκους!» (που ήταν Οθωμανοί).
Και η Εκκλησία ευλογούσε αυτό το σχήμα απλά επειδή ιδεολογικά την εξυπηρετούσε. Έχουμε δηλαδή το κράτος και την Εκκλησία να επιδίδονται σε ένα είδος ιδεολογικού καιροσκοπισμού μέσω της ιστορίας, το οποίο άντεξε από τη δεκαετία του 1930 έως το 1974, μόνο επειδή αποτέλεσε ιδεολογικό όχημα του κράτους και των ισχυρών της χώρας. Η χούντα κατόρθωσε να το γελοιοποιήσει ανέκκλητα. Και μετά;
Μετά μείναμε με τους μύθους της Αριστεράς, αδέξιοι επιστημονικά, σχηματικοί και ιδεολογικοποιημένοι, ενίοτε αποπνικτικά λυρικοί, τόσο συρρικνωμένοι όσο υπαγόρευε η εφαρμογή του τυποποιημένου ιστορικού υλισμού στην ελληνική ιστορία και στην Επανάσταση ειδικότερα. Αυτές οι δύο τάσεις (ναι και οι δύο, “δεξιών” και “αριστερών” αλλά με διαφορετικό βάρος), γελοιοποίησαν αθέλητα την Ελληνική Επανάσταση και κατά συνέπεια υπονόμευσαν το κοινωνικό ενδιαφέρον γι’ αυτήν.
Μια ισχυρή συμμαχία
Τόσο ώστε η επιστημονική έρευνα και η διδασκαλία για τον αγώνα του 1821, σε αντίθεση με άλλες χώρες, να περιθωριοποιηθεί ακόμη και στην ελληνική επιστημονική κοινότητα. Έτσι, κατέληξε μοιραία στα χέρια ερασιτεχνών, και ακόμη χειρότερα των δημοσιογράφων, των πολιτικών και των κληρικών. Όμως, υπάρχει και μια ακόμη αιτία που επιτρέπει σε διάφορους να λένε ακόμη και μέσα στη Βουλή ό,τι βλακεία μπορεί να συζητιέται στα καφενεία και στα μπαρ. Η αιτία αυτή είναι δομική.
Ας εξηγηθώ ως ιστορικός. Σε αντίθεση με τη Γαλλική Επανάσταση που ξεκίνησε αυθόρμητα και στην οποία κάθε κοινωνική τάξη εξεγειρόταν ξεχωριστά για λογαριασμό της (αστοί, χωρικοί, λαός των πόλεων και ιδίως του Παρισιού κ.ο.κ), στην περίπτωση μας, το 1821 υπήρξε σύλληψη και απαίτηση των ποικίλων ελληνικών ηγετικών ομάδων αμιγώς.
Αυτές σε μια ετερόκλητη, πλην ισχυρή πολιτική συμμαχία που χτίστηκε αρχικά στη Φιλική Εταιρεία, οργάνωσαν και ξεκίνησαν την Επανάσταση, αποτέλεσαν την πολιτική της ηγεσία και τα πρώτα χρόνια παρείχαν τη χρηματοδότηση και τα μέσα άσκησης πολιτικής και του επαναστατικού πολέμου. Αυτές οι κοινωνικές και οικονομικές ηγεσίες συμμάχησαν με τους τοπικούς λαούς των Ελλήνων (χωρικούς, κτηνοτρόφους, ναύτες, τεχνίτες κτλ) και πολλές δεκάδες χιλιάδες από αυτούς τους μετέτρεψαν σε πολιτοφύλακες του έθνους, ένοπλους μαχητές της ελευθερίας όλων.
Πρόκειται δηλαδή για άρχουσες ηγετικές ελίτ, ορισμένες πολύ ισχυρές οικονομικά και κοινωνικά, που διέθεσαν την περιουσία ή τα κεφάλαιά τους, τις θέσεις ισχύος που κατείχαν, ακόμη την οικογένειά τους, διακινδύνευσαν και κάποιοι έχασαν τις ζωές τους. Όπως ακριβώς και οι χωρικοί, ναύτες, τεχνίτες, κτηνοτρόφοι που τους ακολούθησαν και από άσχετοι με τον πόλεμο αρχικά, βρέθηκαν ένοπλοι στην πρώτη γραμμή.
Δεν αποτελούν συνέχεια
Θα μπορούσαν, οι επικρατέστερες από τις ομάδες ισχύος, που χαρακτήρισαν κατά καιρούς την ελληνική άρχουσα τάξη, από το 1940 περίπου να διεκδικήσουν τη συνέχεια των πατέρων του ελληνικού έθνους, ενώ ανήκαν στην κατηγορία του παρασιτικού ή και του κρατικοδίαιτου κεφαλαίου; Αδύνατον. Και τούτο, επειδή οι σύγχρονες ελληνικές ομάδες ισχύος ανέχτηκαν οτιδήποτε στρεφόταν εναντίον του έθνους: τον δοσιλογισμό στην κατοχή∙ την αγγλοκρατία και μετά την αμερικανοκρατία∙ την παράλογη σφαγή του εμφυλίου∙ τον αποκλεισμό του ενός τουλάχιστον τρίτου των Ελλήνων, των αριστερών, που ανακηρύχθηκαν “εχθροί του έθνους”, ενώ αυτοί είχαν πολεμήσει τους Γερμανούς κατακτητές.
Ανέχτηκαν την χούντα, και με ένα άλμα για να τελειώνω, ανέχτηκαν την κατάλυση της πολιτικής κυριαρχίας της χώρας με το μνημόνιο, και μάλιστα επωφελήθηκαν από αυτό, κάνοντάς το πιο επώδυνο για τους άλλους Έλληνες. Πώς να τιμήσουν το 1821; Θα μπορούσαν δια των πράξεων τους να παραδειγματίσουν αλλιώς από εκείνο που το ισχυρότερο, το πλέον προβεβλημένο και παρασιτικό τμήμα της κάνει;
Τί κάνει; Γεμίζει με τηλεοπτικά και έντυπα απορρίμματα τον ελληνικό λαό, με μικρά καζίνα εκμαυλισμού δια του τζόγου σε κάθε γωνία των ελληνικών πόλεων, με ποδοσφαιρική υστερία, με αντίστοιχες συμμορίες, περιφρονεί την χώρα, τον λαό, τους θεσμούς χάρη στα οποία υπάρχει, κερδοφορεί και αναπαράγεται. Εκείνοι, τότε, έδωσαν ό,τι είχαν για την ανεξαρτησία, χωρίς καμία απολύτως βεβαιότητα πως θα πάρουν κάτι πίσω εκτός από το ενδεχόμενο πραγματοποίησης των ιδανικών τους.
Ετούτοι οι σύγχρονοι απομυζούν ό,τι μπορούν από το έθνος, εκμαυλίζοντας ταυτόχρονα τους πολίτες ως τρόπο δικού τους πλουτισμού. Βέβαια, η Ελληνική Επανάσταση αποτελεί ιστορία, προφανώς, αλλά όχι τελειωμένη. Ας υπενθυμίσω ωστόσο, πως υπήρξε η τέταρτη νικηφόρα εθνική επανάσταση στον κόσμο, η τρίτη στην Ευρώπη. Σήμερα, αποτελεί ζώσα ιστορία, έναν ογκόλιθο που κανείς δεν μπορεί να παρακάμψει.