Η καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής Δημόσιας Υγείας Αθηνά Λινού ήταν καλεσμένη στο απογευματινό μαγκαζίνο του Prisma 91,6.
Όπως είπε η νόσος είναι πολύ εύκολα μεταδιδόμενη, αλλά στην πλειονότητα των περιστατικών περνάει σχεδόν απαρατήρητη. Δηλαδή πάρα πολλοί συμπολίτες μας ή δεν έχουν καθόλου συμπτώματα, ή έχουν τόσο λίγα που δεν τους δίνουν σημασία, για αυτό μας προτρέπουν να μείνουμε σπίτι κι αν δεν αναπτύξουμε σημαντικά συμπτώματα δεν χρειάζεται να ελεγχθούμε για αυτό υπάρχει αυτή η τεράστια ανάγκη να απομονωθούμε.
Σε αυτή τη λογική υπάρχουν πάρα πολλοί νέοι άνθρωποι οι οποίοι έχουν εκτεθεί, νοσούν είναι φορείς και δεν τους προσμετράμε σαν κρούσματα, είναι μεγάλο πλεονέκτημα που δεν έχουμε μία αρρώστια που θα μας στείλει τους περισσότερους στο νοσοκομείο, το αρνητικό είναι ότι δεν ξέρουμε ποιος είναι αυτός που νοσεί και για αυτό χρειάζονται τα περιοριστικά μέτρα.
Η διαφορά του νέου ιού με την παραδοσιακή γρίπη έχει να κάνει με το γεγονός ότι τα περισσότερα άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες με τη γρίπη έχουν κάνει το εμβόλιο και δεν διατρέχουν κίνδυνο να κινδυνέψει η ζωή τους, για το νέο νόσημα δεν υπάρχει εμβόλιο όλοι είμαστε υποψήφιοι να κολλήσουμε και να μεταδώσουμε την όσο και σε ευαίσθητες ηλικιακές ομάδες, όπως ηλικιωμένοι, άνθρωποι πού έχουν άσθμα, έχουνε ευάλωτο ανοσοποιητικό σύστημα, οπότε αν δεν ξέρουμε ότι δώσουμε και τους μεταδώσουμε τη νόσο, θα κινδυνεύσουν. Το άλλο πρόβλημα είναι ότι αν ταυτόχρονα νοσήσουν όσοι χρειάζονται νοσοκομείο δεν θα υπάρχουν θέσεις για να πάνε.
Η λογική δεν είναι ότι ξαφνικά θα γίνει ένας τεράστιος σεισμός και στα σκοτωθούν κάποιοι άνθρωποι, αλλά ότι σταδιακά θα νοσήσουν πάρα πολλοί, εκτός και αν βρεθεί κάποιο φάρμακο και βελτιώσει την κατάσταση και μέσα σε αυτό θα είναι κάποια ευαίσθητη που θα νοσήσουν σοβαρά και κάποιοι που θα χάσουν τη ζωή τους.
Σύμφωνα με τα δεδομένα με το νέο ιό νοσούν και νέοι άνθρωποι που χρειάζεται να μπουν στο νοσοκομεία, το ποσοστό είναι μικρότερο, καθώς είναι μεγαλύτερο το ποσοστό των νέων το περνάνε τόσο ελαφρά που δεν το καταλαβαίνουν, αλλά υπάρχουν και νέοι άνθρωποι ιδιαίτερα στις ηλικίες 20-40 που χρειάζεται να νοσηλευτούν και πολύ ελάχιστοι που χάνουν τη ζωή τους επομένως δεν αποκλείεται για κανέναν.
Απαντώντας στο ερώτημα για το πώς μπορεί να κολλήσει κάποιος κορονοϊό, αρχικά διευκρίνισε ότι είναι διαφορετικός ο ρόλος των αντισηπτικών και της μάσκας.
Τα αντισηπτικά απολυμαίνουν τα χέρια μας για όλες εκείνες τις φορές που δεν μπορούμε να τα πλύνουμε με χλιαρό νερό και σαπούνι, γιατί μπορούμε να ακουμπήσουμε σε οποιαδήποτε επιφάνεια και εκεί να υπάρχουν στα γονίδια από προηγούμενη μέρα από κάποιον που νοσεί χωρίς να το ξέρει και ακουμπώντας με τα χέρια του, επειδή έχει παρατηρηθεί πως Όση προσπάθεια κι αν κάνει κάποιος θα ακουμπήσει το πρόσωπό του και έτσι θα κολλήσουμε.
Επομένως αν είμαστε σε ένα χώρο που δεν γνωρίζουμε, αν ανοίγουμε μία πόρτα και πιάσουμε ένα πόμολο, αν ακουμπάμε σε ένα γραφείο που δεν είναι δικό μας, χρησιμοποιούμε έναν κοινόχρηστο υπολογιστή πρέπει κάθε φορά που γίνεται αυτό να απολυμαίνουμε τα χέρια μας.
Η μάσκα μας προστατεύει αν εμείς βήξουμε και τα σταγονίδια μας πάνω σε κάποια επιφάνεια που κάποιος θα καθίσει, ή στο πρόσωπο του άλλου. Δηλαδή η μάσκα είναι κατάλληλη σε αυτούς που νοσούν για να προστατεύσουν τους άλλους.
Τώρα αν είμαστε έξω και σε απόσταση περίπου 2 μέτρων πιθανόν να βοηθήσει λίγο η μάσκα, καθώς ο κορονοϊός είναι πάρα πολύ μικρός και μπορεί να περάσει μέσα από τις περισσότερες μάσκες, επομένως δεν μας προσθέτει τίποτα η μάσκα, δεν μπορώ να τη φοράω και να αγκαλιάσω ένα φίλο μου.
Για αυτό γίνεται όλη αυτή η προσπάθεια να κόψουμε τις κοινωνικές επαφές και να μετατραπούν σε τηλεφωνικές και ηλεκτρονικές επαφές, γιατί χρειαζόμαστε τη στήριξη ο ένας του άλλου γιατί υπάρχουν πολλοί μοναχικοί άνθρωποι που χρειάζονται να το σκεφτούμε, να τους τηλεφωνούμε και να τους στηρίζουμε.