Οταν κρατήσεις στα χέρια σου αυτό το βιβλίο καταλαβαίνεις αμέσως πως είναι κάτι ασυνήθιστο, πολύ γρήγορα όμως νιώθεις πως είναι πολλά περισσότερα. «Η Θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά», ένα από τα πιο πολυσυζητημένα βιβλία της χρονιάς, το εκπληκτικό ντεμπούτο του Βρετανού συγγραφέα Μαξ Πόρτερ (1981).
Δύο νεαρά αγόρια και η αβάσταχτη θλίψη τους για τον θάνατο της μητέρας τους. Ενας πατέρας που διαχειρίζεται διαφορετικά την ίδια λύπη. Οταν, όμως, ένα Κοράκι τους χτυπά την πόρτα, η τόσο απλή και οικουμενική ιστορία για τον πόνο της απώλειας αποκτά μιαν άλλη διάσταση. Παρακάμπτοντας όλα τα κλισέ για τον θάνατο, το πένθος, τη ζωή, ο Πόρτερ δημιουργεί ένα φυσικό ον που όλοι κάποια στιγμή στη ζωή μας επιθυμήσαμε να έχουμε κοντά μας για «όσο χρειαστεί», ένα πλάσμα που πάνω στα φτερά του θα κάναμε, κάθε φορά, μικρές εξαίσιες πτήσεις πέρα και μακριά από τη θλίψη.
– Οπως η θλίψη είναι ένα ανυπότακτο συναίσθημα έτσι είναι και το βιβλίο σας. Είναι ένα δραματοποιημένο ποίημα, μια νουβέλα, θεατρικό έργο, δοκίμιο ίσως; Πώς θα χαρακτηρίζατε εσείς τη δική σας, ομολογουμένως πρωτότυπη, φόρμα;
– Μου άρεσε όπως το αποκάλεσε ο Φάμπερ (σ.σ. ο εκδότης του), ένας «πολυφωνικός μύθος». Για εμένα πρόκειται για το τι συμβαίνει όταν κινείσαι μεταξύ των στοιχείων, παρά τα ίδια τα στοιχεία. Η ενέργεια που δημιουργείται από τη μετάβαση από μια σκηνή οικογενειακής (ρεαλιστικής) ζωής σε μια σκηνή παραμυθιού, ο μαγικός ρεαλισμός, αυτό είναι που με ενδιαφέρει. Ελπίζω να αναδύεται κάτι αρκετά πειθαρχημένο, κάτι συγκρατημένο. Προσπαθούσα να γράψω ενάντια στα συστήματα με τα οποία βάζουμε ετικέτες στη λογοτεχνία. Ελπίζω να υπάρχει ποίηση αλλά και η αίσθηση ενός θεατρικού έργου και ότι η ενέργεια αυτών των αντιπαραθέσεων να είναι εντελώς απαλλαγμένη από τέτοιες ετικέτες, εντελώς αυτόνομη. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για το Κοράκι, το οποίο επιδιώκει να παίξει ή να παραβιάσει τις προσδοκίες της μορφής, όπως κάνει κάθε κατεργάρης.
– Είστε εκδότης, το μυαλό σας είναι γεμάτο από τις ιστορίες των άλλων. Πόσο εύκολο ήταν να απομονώσετε τη δική σας ιστορία και να ακούσετε την εσωτερική σας φωνή;
– Παραδόξως εύκολο και κάπως καθαρτικό. Η απόφαση να υπάρχουν τρεις φωνές στο βιβλίο βοήθησε, έτσι ώστε κάθε φορά που ήμουν σε μια φωνή να μπορώ να ξεχνώ όλο τον θόρυβο της καθημερινής δουλειάς μου και να γράφω ελεύθερα, εστιάζοντας σε αυτό που το βιβλίο χρειαζόταν. Λέγοντας αυτό, είμαι εξαιρετικά τυχερός που περιβάλλομαι από εξαιρετικές γραφές και καλές συζητήσεις για τη λογοτεχνία. Θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω μόνο κάποια από αυτή την ενέργεια, εγκαταλείποντας παράλληλα μεγάλο μέρος της λεγόμενης σοφίας της εκδοτικής βιομηχανίας (δηλαδή έκταση, μορφή, πλοκή, τόξο χαρακτήρων κ.λπ.).
– Νομίζω πως το Κοράκι είναι η πρόσληψη της ποίησης του Tεντ Χιουζ που μετουσιώνεται από τον πατέρα και αποκτά υπόσταση. Είναι λοιπόν το δικό του Κοράκι; Ζωντανεύουν οι ήρωες από το λογοτεχνικό μας σύμπαν όταν τους χρειαστούμε;
– Είναι η εκδήλωση της εμμονής του μπαμπά με τον Χιουζ, όχι με το Κοράκι του. Είναι πολύ, πολύ διαφορετικό από το Κοράκι του Χιουζ. Εχει κι άλλα κοράκια μέσα του (τα πραγματικά κοράκια, η πρόζα έχει ας πούμε την πρόθεση ή την τάση να μιμείται την κίνηση των κοράκων, επίσης, τα μυθικά κοράκια, τα κοράκια της ποπ κουλτούρας) και είναι ένα δημιούργημα κατά παραγγελία, που προσκλήθηκε κάτω από τρομερές συνθήκες. Θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε άλλη εμμονή (ένα ζωγράφο, έναν μουσικό, ίσως;), αλλά δεν μπορούσα να αντισταθώ στο κοράκι γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη λογοτεχνική και ορνιθολογική καλοσύνη για να αντλήσει κανείς.
Δεν είχα ποτέ κάποια λογοτεχνική εμμονή να εκρήγνυται στη ζωή μου. Αλλά έχω γεννήσει, έχω αναθρέψει σοβαρές και διαρκείς εμμονές (Εμιλι Ντίκινσον, Πολύφημος, Ρίντλεϊ Γουόκερ) και όλες αναγγέλλουν τον εαυτό τους στο έργο μου και στα όνειρά μου.
– Θα μπορούσε να είναι ένα γράμμα στο παρελθόν σας, στην παιδική σας ηλικία αυτό το βιβλίο; Και αν, ναι, τι ακριβώς λέτε στo μικρό αγόρι, τι δεν ήξερε τότε;
– Ισως, ναι. Θα του έλεγα πως έπρεπε να δοκιμάσει πράγματα πριν να αντιμετωπίσει αυτό. Την αγάπη, το μεγάλωμα ενός παιδιού, το πένθος. Και έπρεπε επίσης να διαβάσει, με μανία, πεινασμένα. Το μικρό αγόρι δεν είχε ακόμη ερωτευθεί την ποίηση, τους μύθους, τα δοκίμια, το δράμα. Το βιβλίο είναι περισσότερο ένα ερωτικό γράμμα για την ανάγνωση, από ό,τι είναι στην παιδική ηλικία.
– Στο βιβλίο σας η θλίψη δεν είναι άμορφη. Το αντίθετο. Εχει μυρωδιά, πιάνει χώρο, έχει βάρος, είναι ορατή. Είναι η θλίψη ένα πράγμα με ζωή;
– Οπως λέει και το Κοράκι, είναι η στόφα της ιδιοσυστασίας μας. Καθοριζόμαστε από αυτήν, όπως και οι κοινωνίες. Πιστεύω ότι ένας, ή πολλοί άνθρωποι, μπορεί να θρηνούν καλά, μπορεί να έχουν μια καλή σχέση με τους νεκρούς τους. Οταν αυτό απουσιάζει, βλέπουμε υποκρισία, άρνηση και απόλυτη βλακεία. Νομίζω ότι πρέπει να σκεφθούμε σκληρά, να σκεφθούμε καλά, τον θάνατο, και με αυτόν τον τρόπο η ζωή μπορεί να γίνει πλούσια και εκπληκτική. Σίγουρα για εμένα, η θλίψη ήταν συχνά εκστατική. Ενας τρόπος να γιορτάζω τη ζωή, να δέχομαι την ανθρώπινη κατάσταση, να μην προσηλώνομαι στο υλικό κέρδος, να αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου σωστά στον μεγάλο φυσικό κύκλο.
– Μαθαίνουμε να θρηνούμε, να πονάμε όπως μαθαίνουμε να αγαπάμε, να μισούμε, να σκεφτόμαστε;
– Το ελπίζω. Είναι μεγάλο προνόμιο να αγαπάς και να συνεχίζεις να αγαπάς και πέρα από τον θάνατο. Να συμμετέχεις σε συζητήσεις με όσους έχουν έρθει πριν. Να μαθαίνεις από αυτούς, να εμπνέεσαι. Είμαι της άποψης ότι μπορούμε να θρηνήσουμε καλύτερα. Νομίζω ότι υπάρχει ένα ιδιαίτερα κοινό είδος επεξεργασμένου πένθους που το βλέπουμε στη Δύση (ίσως σε μια μετα-θρησκευτική κοινωνία) που επιδιώκει να αποσιωπήσει τον πόνο, να κάνει την κηδεία και να προχωρήσει. Δεν νομίζω ότι αυτό είναι υγιές ή αρκετά εορταστικό.
– «Ενα ουρλιαχτό συγγνώμης που είναι ένα ναι, ένα ευχαριστώ και λέει προχώρα». Η τυραννία των λέξεων που δεν είπαμε ποτέ. Είναι το πένθος, ο χρόνος που ανυπομονούμε να περάσει για να λυτρωθούμε, να έρθει η στιγμή, που ήσυχοι, θα νιώσουμε ότι είναι σαν να τις είπαμε;
– Υπάρχει μια τέτοια στιγμή; Ισως. Μου αρέσει να σκέφτομαι ότι μεγαλώνουμε γύρω από τον πόνο μας, όπως ένα δένδρο μπορεί να αναπτυχθεί γύρω από ένα σύρμα. Ετσι γίνεται κομμάτι μας. Ετσι, η θλίψη είναι μέσα στη χαρά μας, είναι μέσα στην πλήξη μας, είναι μέσα στη λαχτάρα μας. Αυτή είναι η ιδιαίτερη πολυπλοκότητα της ανθρώπινης συνείδησης που δεν απέχει πολύ από τα πουλιά.
Ο Βρετανός συγγραφέας Μαξ Πόρτερ.
– Και η περίεργη ερώτηση. Το Κοράκι είναι τελείως φανταστικό;
– Λοιπόν, κοιτάω έξω από το παράθυρό μου τώρα το Κοράκι. Κινείται σαν να ρωτά συνεχώς: «Tι είναι αυτό; Ωωωω, τι είναι αυτό; Είναι χρήσιμο; Είναι φαγητό; Είναι ενδιαφέρον;» και αν κοιτάω αυτό το Κοράκι και του λέω μια δική μου ιστορία (ας πούμε, για τον θάνατο), τότε θα μου επιστρέψει τη χάρη και θα μου πει μια ιστορία για το να είσαι πουλί, να είσαι πεινασμένος, να είσαι έξυπνος.
Ολες οι πόρτες είναι ανοικτές στον αναγνώστη, ελπίζω. Είναι μια μεταφορά; Ναι! Αλλά είναι επίσης εντελώς πραγματικό; Ναι! Είναι ένα αστείο, μια επινόηση, ένα σύμπτωμα, ένα σύμβολο, μια χειρονομία…
Πηγή: Καθημερινή