Εναν αιώνα μετά τη Μικρασιατική Εκστρατεία πιστεύω πως τόσο η ελληνική όσο και η τουρκική κοινωνία διαθέτουν την ωριμότητα να συζητήσουν νηφάλια τα δραματικά γεγονότα της περιόδου 1919-1923, τα οποία εν πολλοίς διαμόρφωσαν τη σύγχρονη φυσιογνωμία των δύο εθνών.
Αναμφισβήτητα, το πλέον εμβληματικό γεγονός των χρόνων εκείνων υπήρξε η πυρπόληση της πόλης της Σμύρνης, στα τέλη Αυγούστου του 1922 (παλαιό ημερολόγιο), καθώς και όσα διαδραματίσθηκαν στην παραλιακή λεωφόρο της. Η είσοδος αρχικά ατάκτων σωμάτων τσετών, αλλά και μονάδων του τακτικού τουρκικού στρατού, λίγο αργότερα, σήμανε την κορύφωση του δράματος του μικρασιατικού ελληνισμού. Τα σοκάκια της Σμύρνης γέμισαν από πτώματα δολοφονημένων χριστιανών και σώματα βιασμένων κοριτσιών, ενώ το έγκλημα κορυφώθηκε στην προκυμαία της πόλης, σύμβολο επί αιώνες της ευμάρειας, της αρχοντιάς και του κοσμοπολιτισμού της «βασίλισσας της Ιωνίας». Εκεί, σύμφωνα με αξιόπιστα στοιχεία, κατέφυγαν χιλιάδες πρόσφυγες –ίσως άγγιξαν το ένα εκατομμύριο– αναζητώντας σωτηρία στη θάλασσα. Με μία από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές επιχειρήσεις της Ιστορίας και παρά την αρχική αβελτηρία, οι περισσότεροι από αυτούς μεταφέρθηκαν από πλοία διαφόρων χωρών στην Ελλάδα μέχρι την 1η Οκτωβρίου 1922. Ποτέ δεν θα μάθουμε πόσοι ακριβώς έχασαν τη ζωή τους στην προκυμαία της Σμύρνης. Πόσοι αποσπάσθηκαν από τις οικογένειές τους, αφού, σύμφωνα με τις εντολές του Κεμάλ, όλοι οι άνδρες ηλικίας 18 έως 50 χρονών διαχωρίσθηκαν και στάλθηκαν σε πορείες θανάτου στο εσωτερικό. Στην προκυμαία της Σμύρνης ξεδιπλώθηκαν αναρίθμητα ανθρώπινα δράματα, που κατατάσσονται στις πιο μελανές σελίδες της ιστορίας του 20ού αιώνα. Διαπράχθηκαν αναρίθμητα εγκλήματα, χιλιάδες ιστορίες βίαιου αποχωρισμού. Σημειώθηκαν, όμως, και σπουδαίες πράξεις ηθικού μεγαλείου από άνδρες και γυναίκες ξένων φιλανθρωπικών οργανώσεων.
Παρά τη σύγχυση που επικράτησε τις δεκαετίες μετά την Καταστροφή, κυρίως λόγω της κλιμάκωσης μιας προπαγανδιστικής εκστρατείας για τη συσκότιση όσων είχαν συμβεί στη Σμύρνη, δεν υπάρχουν άξιες λόγου επιφυλάξεις σχετικά με τους υπευθύνους του εμπρησμού της πόλης.
Τα διαθέσιμα αρχειακά δεδομένα δεν άφησαν εξαρχής ερωτήματα για το τι είχε συμβεί. Δεκάδες μαρτυρίες από ξένες φιλανθρωπικές οργανώσεις, διπλωματικές και στρατιωτικές αποστολές που δραστηριοποιούνταν στην πόλη υποστηρίζουν πως οι Τούρκοι στρατιώτες ήταν εκείνοι που προχώρησαν στον εμπρησμό των χριστιανικών συνοικισμών της πόλης. Η υπόθεση, μάλιστα, απασχόλησε και τις δικαστικές αίθουσες, όταν το 1924 η American Tobacco διεκδίκησε αποζημίωση για τις ζημιές που είχαν υποστεί οι αποθήκες καπνού που είχε στη Σμύρνη από την ασφαλιστική εταιρεία Guardian Assurance. Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, πολλοί μάρτυρες κατέθεσαν πως είχαν δει Τούρκους στρατιώτες και ατάκτους να βάζουν φωτιές.
Εχω την εντύπωση πως η πυρπόληση της ελληνικής, της αρμενικής και της ευρωπαϊκής συνοικίας της Σμύρνης υπήρξε η επιδιωκόμενη ενέργεια από μεριάς των Τούρκων επαναστατών προκειμένου να διακηρύξουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο όχι τόσο τη δική τους νίκη όσο τον ενταφιασμό οποιασδήποτε χριστιανικής παρουσίας στην Ανατολία και το οριστικό τέλος του κοσμοπολιτισμού στον εθνικό τους χώρο. Ουσιαστικά, στα ερείπια της μητρόπολης του μικρασιατικού ελληνισμού οικοδομήθηκε η νέα τουρκική εθνικιστική ταυτότητα. Επιπλέον, η συνειδητή διαγραφή της μεγάλης φωτιάς –από την πρώτη κιόλας στιγμή– από την τουρκική συλλογική μνήμη φιλοτέχνησε με εντυπωσιακά αλαζονικό τρόπο πολλά από τα χαρακτηριστικά αυτής της ταυτότητας. Είναι, μάλιστα, ενδεικτικό ότι ο Μουσταφά Κεμάλ δεν έκανε οποιαδήποτε αναφορά στην πυρπόληση της Σμύρνης ούτε στην ομιλία του στην Εθνοσυνέλευση στις 4 Νοεμβρίου 1922 ούτε και στην ιστορική εξαήμερη ομιλία του (Μεγάλος Ρητορικός) το 1927.
* Ο κ. Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής.
Πηγή: Καθημερινή