Η απόσταση του χρόνου από το 2001 μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε εκ νέου πόσο διαχρονικά επίκαιρος ήταν ο προβληματισμός για την ελληνική πόλη, όπως τον διατύπωναν δύο νέοι, τότε, αρχιτέκτονες, ο Γιάννης Αίσωπος και ο Γιώργος Σημαιοφορίδης. Η πνευματική συνοδοιπορία τους μας είχε δώσει τότε, στην αυγή του 21ου αιώνα, ένα νέο ρεύμα σκέψης που από τη μια συμπύκνωνε το κύριο σώμα του διεθνούς προβληματισμού και από την άλλη ανακεφαλαίωνε την ελληνική αστικοποίηση προτείνοντας νέες αφετηρίες.
Ο Γιάννης Αίσωπος συνεχίζει μέσα από την ακαδημαϊκή του ιδιότητα να προκαλεί τομές στην αρχιτεκτονική σκέψη. Ο Γιώργος Σημαιοφορίδης (1955-2002), ατυχώς δεν είναι ανάμεσά μας. Ηταν ένα λαμπρό μυαλό και ένας χαρισματικός, γλυκύς και ευφυής άνθρωπος. Με τον Γιάννη Αίσωπο συνδυάστηκαν και ήταν από τους πρώτους που ένιωσαν τους κραδασμούς στη νέα αρχιτεκτονική σκέψη του Μιλένιουμ. Ενέταξαν στη δημόσια σφαίρα τον νεοπαγή προβληματισμό και πολλοί αρχιτέκτονες, εικαστικοί, πολεοδόμοι, πάσης φύσεως δημιουργοί ένιωσαν ότι όλοι μαζί μοιράζονταν μια νέα ματιά στην αντίληψη του αστικού χώρου. Η ελληνική πόλη το 2000 προχωρούσε στη χειραφέτησή της.
«Μετάπολις»
Πρόσφατα, κυκλοφόρησε η δεύτερη έκδοση του βιβλίου «Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη» (Μετάπολις 2001), από τις εκδόσεις Δομές. Ηταν το κοινό έργο των Αίσωπου – Σημαιοφορίδη, που συσπείρωναν γύρω τους διανοητές και αρχιτέκτονες σε μια εποχή που ο νέος αιώνας πίεζε για νέα θεωρητικά εργαλεία για την κατανόηση των μεγαλουπόλεων. «Η νέα αναδυόμενη συνθήκη», εξηγεί ο Γιάννης Αίσωπος στον πρόλογο της δεύτερης έκδοσης, «βασιζόταν στην πολύ μεγάλη αύξηση των επίγειων και αεροπορικών μεταφορών και τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας των τηλεπικοινωνιών και οδηγούσε στο τέλος της “πόλης”, ως μια γεωγραφικά ορισμένη οντότητα στην οποία συνυπάρχουν αδιάλειπτα η δημόσια και η ιδιωτική σφαίρα. Η συνθήκη “μετά-την-πόλη”, η “μετάπολη”, χαρακτηριζόταν από έντονη κινητικότητα, τη μειωμένη παρουσία του δημόσιου χώρου, την κυριαρχία των ιδιωτικών συγκροτημάτων κατοικίας, της διαφήμισης και της κατανάλωσης και την απουσία της ιστορίας».
Ηταν η εποχή που για πρώτη φορά, με τέτοια σύμπνοια, οριζόταν η θέση της πολυκατοικίας ως ενός ελληνικού, αστικού φαινομένου μέσα από μια διαδικασία κατανόησης και αποδοχής. Η ελληνική πόλη, με την οριζόντια ανάπτυξη μετά το 1960, αρχικά στην Αθήνα, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη και αργότερα στις λοιπές πόλεις, είχε σπάσει τον δεσμό με την ιστορική μορφή της και είχε μετακυλήσει σε καθεστώς α-συνέχειας και α-μορφίας. Η αποδοχή αυτής της συνθήκης προκάλεσε πολλές δημόσιες εκδηλώσεις, ακόμη και εθνικές συμμετοχές στην Μπιενάλε της Βενετίας. Προχώρησε τη συζήτηση αλλά γέννησε και σκληρή κριτική. Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση για την ελληνική πόλη εκείνα τα χρόνια είχε θετικό αντίκτυπο.
Ο Γιάννης Αίσωπος και ο Γιώργος Σημαιοφορίδης είχαν συνεργαστεί και σε ένα ακόμη έργο σπουδαίας σημασίας, που προερχόταν από την ίδια μήτρα προβληματισμού, τα «Τοπία εκμοντερνισμού, ελληνική αρχιτεκτονική ’60 και ’90» (1999).
Η επανέκδοση της «Σύγχρονης (ελληνικής) πόλης» μας υπενθυμίζει τη θετική επίδρασή της στην κριτική του αστικού τοπίου που ακόμη και σήμερα διατηρείται επίκαιρη. Ηταν μια ρηξικέλευθη τομή.
Γιάννης Αίσωπος, Γιώργος Σημαιο-φορίδης (επιμ.), «Η σύγχρονη (ελληνική) πόλη». Εκδόσεις Δομές, 2η έκδοση, 2018.
Πηγή: Καθημερινή