Η Πρέβεζα. Ένα αθάνατο “ερείπιο” στην άκρη της θάλασσας. Αφημένη στην τυχαιότητα της μοιρολατρίας και στην συνθήκη της συγκυρίας να ωριμάζει αδιάφορα. Με το μέλλον της να απέχει μακριά πολύ στον ορίζοντα μιας προοπτικής που θα ‘πρεπε να ‘ταν ήδη παρελθόν. Κι αυτό το λίγο απ’ το μεγάλο που θα μπορούσε να είναι έγινε από μόνη της.
Στατικότητα. Αριστερά και Δεξιά να χύνονται αδιάκοπα οι “απειλές” ενός μεγαλόπνοου σχεδίου. Έπειτα το ψέμα· γλυκειά ψευδαίσθηση της αλήθειας που θυσιάζεται στον βωμό του μεροκάματου για να μπαίνει και να βγαίνει ο μήνας, με τίμημα το μεγαλείο.
Αγγίχτε τη θάλασσα με την παλάμη σας και θα σας διαπεράσει σαν ρεύμα ο ζωογόνος παλμός της μαζί με τους ψίθυρους και τα μυστικά που έχτισαν στην πλάτη της αυτό το τίποτα που πουλιέται για κάτι. Το κάλπικο ίχνος ενός θησαυρού που κρύβεται επιμελώς για αργότερα· όχι από πρόθεση.. από αμέλεια.
Αχ… “Μαύρα κι όλας τα δάση, καθαρός ακόμα ο ουρανός…”
“Βέρθερος”