Στον Prisma 91.6 και τον Παναγιώτη Κουνιάκη, μίλησε ο Γιώργος Τυρίκος-Εργάς από την «Αγκαλιά» στην Καλλονή της Λέσβου, μια ΜΚΟ με ένα αξιολογότατο έργο πάνω σ’ αυτό ακριβώς το πεδίο:…
Η Ευρώπη κλείνει τα σύνορά της, αυτοί οι άνθρωποι παίρνουν το χαρτί από Ρόδο, Κάλυμνο, Λέσβο κλπ και πάνε στην Αθήνα, άντε και καταφέρνουν να φτάσουν στη Γευγελή ή αλλού, μετά τι θα βρούν;
Σφαίρες, φράχτες, μισαλλοδοξία με το φασισμό και το ρατσισμό να αυξάνει ποσοστά και φωνές, και ένα δυτικό πολιτισμό που λέει ‘εμείς φτιάχνουμε τους πολέμους, σας πουλάμε τα όπλα που σας σκοτώνουν, εκμεταλλευόμαστε τη γεωπολιτική σας θέση, όλο το κοινωνικό μας κράτος το χτίζουμε πάνω στον πλούτο που αντλούμε από όλο τον υπόλοιπο κόσμο αλλάβρε παιδιά, καθίστε εκεί που είστε να πεθάνετε, μη μας ενοχλείτε, αφήστε μας να κάνουμε το παιχνίδι μας’. Η ύστατη υποκρισία.
Μπορεί να μην έχουμε αποικιοκρατία επίσημα, αλλά είναι αποικιοκρατική η λογική και η λειτουργία του δυτικού οικονομικού συστήματος. Δε λένε στον κόσμο ότι το ελληνόπουλο που πεινάει, ο συνταξιούχος που του κόβουν τη σύνταξη και ο Σύρος και Αφγανός πρόσφυγας είναι όψεις του ίδιου νομίσματος. Η ίδια ελίτ, οι ίδιες πολιτικές δημιουργούν το πρόβλημα που είναι ΕΝΑ. Έχουν βρει όμως τον εύκολο τρόπο ‘Ορίστε οι πρόσφυγες, αυτοί φταίνε για τη χώρα σας, πέστε πάνω τους’ Μας βάζουν φαρμάκι και μίσος στις καρδιές μας για τον κατατρεγμένο, τον πρόσφυγα, τον δαιμονοποιούν, απλά για να μην φτάσουμε ποτέ στην αράχνη που υφαίνει τον ιστό, στον πραγματικό υπαίτιο. Και αυτό στην «Αγκαλιά» το διαλαλούμε με κάθε ευκαιρία.
Ποιος τον έβγαλε απ’ το σπίτι του; Ποιος τον ανάγκασε να φύγει απ’ τις βόμβες; Ποιος ρίχνει τις βόμβες; Τι είναι η ISIS; Ποιος είναι πίσω από την ISIS; . Λίγο παραπάνω σκέψη και λίγο παραπάνω ανοιχτή καρδιά και λύνονται τα προβλήματα».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΌ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
31.7.2015. Eίναι ένα παιδί από την Άγρα που φτιάχνει και πουλάει παραδοσιακό γιαούρτι. Μειλίχιος, λιγομίλητος πάντοτε. Δε θα ξεχάσω ποτέ που τον είδα ένα βράδυ, πολύ αργά, να σταματάει έξω από την «Αγκαλιά». Ήμουν σε ένα στενάκι και δεν με είχε καταλάβει. Είχε σχολάσει μόλις από ένα πολύ κουραστικό (το καθημερινό του) δρομολόγιο. Άραξε και έβγαλε γιαούρτια για τους πρόσφυγες, μοίρασε τουλάχιστον πενήντα κεσεδάκια. Θα μπορούσε να τα είχε πουλήσει την επαύριο. Τον παρακολούθησα κρυφά, απίθωνε ένα-ένα γιαούρτι στα πόδια των μανάδων, τα έδινε με χαμόγελο στα πιτσιρίκια. Μετά κατάλαβε πως δεν είχε κουταλάκια. Έξυσε το κεφάλι του πήγε πίσω στο φορτηγάκι του και έφερε ένα δικό του γιαούρτι. Δίπλωσε το καπάκι στα δυο και έδειξε στους ανθρώπους πως να φάνε τα γιαούρτια. Έφαγε και το δικό του. «Καληνύχτα», είπε φεύγοντας. «Υπομονή». Κανείς δεν τον κατάλαβε, όλοι όμως είπαν «σούκραν» ή «τασακούρ» [=ευχαριστούμε, ευχαριστούμε πολύ] με τον θερμότερο τρόπο.
Δεν του είπα ποτέ ότι τον είδα εκεί. Αν το διαβάσει από εδώ, που ξέρω ότι θα το διαβάσει, να ξέρει πως σε τέτοια μαθήματα ανθρωπιάς εγώ προσκυνώ και νιώθω μικρός και ασήμαντος. Είσαι νέος άνθρωπος και μου έμαθες ό,τι δεν μου έχουν μάθει πάνσοφοι καθηγητάδες στη Σορβόννη. Με μια κίνηση που δεν θα την μάθαινε ποτέ κανείς.
{youtube}XCeJHxGzmZw{/youtube}
5.8.2015. Πριν κάμποσες μέρες πέρασε ένας τσομπάνης από την «Αγκαλιά» μαζί με τον μικρό γιο του. Είχαν μόλις αρμέξει τα κατσίκια τους. Κοντοσταμάτησε και κοιτούσε με περιέργεια, όπως κάνουν τόσοι και τόσοι αδιάφοροι περίεργοι, λες και οι πρόσφυγες είναι έκθεμα τσίρκου. Πάτησε γκάζι και έφυγε, τον συνόδευσαν ορισμένα μπινελίκια μου ειπωμένα σιγανά. Κι όμως σε κανένα μισάωρο γύρισε. Είχε βράσει μια μεγάλη καρδάρα γάλα. Την βαστούσε ο μικρός του και μου την έδωσε. Ο τσομπάνης μου είπε ψιθυριστά «για τους ανθρώπους, το γάλα το δίνει ο Γ» και έδειξε το παιδί του. Ο μικρός ήπιε ένα ποτήρι γάλα μαζί με άλλα παιδιά από Συρία, έπαιξε κανένα μισάωρο μαζί με δυο συνομηλίκους του. Ο πατέρας του με ρωτούσε για την ιστορία αυτών των ανθρώπων. Ο τσομπάνης που σας λέω, δεν έχει βγάλει ούτε καν δημοτικό. Έφυγε δακρυσμένος. Έκτοτε κάθε τόσο μας φέρνει βρασμένο γάλα, το αφήνει στην «Αγκαλιά» δίχως να πει λέξη ή το βρίσκουμε κάθε τόσο εκεί, σε μια συγκεκριμένη γωνιά, πρωί-πρωί
Προχτές συνέβη και κάτι ακόμα. Βρήκα δυο πρόσφορα άκοπα πάνω στο τραπέζι στην είσοδο. Ένα μικρό σημείωμα το έχω κρατήσει σαν θησαυρό. «Πεσκέσι από τους πεθαμένους μας, τη γιαγιά μου πρόσφυγα από τη Μικρά Ασία, στους πρόσφυγες της Συρίας, Υπέρ αναπαύσεως Γ.Κ»
Πεσκέσια από ζωντανούς και νεκρούς, πεσκέσια από όμορφους ανθρώπους. Αντίδοτα στην ασχήμια.»
Με πληροφορίες από “το κόκκινο”